Η μη-απόκριση στις δειγματοληπτικές έρευνες μεγάλης-κλίμακας

Εύα Τσουπαροπούλου
Περιγραφή

Η ανάγκη για διαρκώς καλύτερης ποιότητας συγκρίσιμα διεθνή δειγματοληπτικά κοινωνικά δεδομένα είναι χωρίς τέλος. Όσο οι δείκτες απόκρισης μειώνονται διαχρονικά, ο κίνδυνος η μεροληψία της μη-απόκρισης να επηρεάζει τις εκτιμήσεις της εκάστοτε έρευνας είναι υπαρκτός. Οι συνηθέστεροι τρόποι προσέγγισης στη βιβλιογραφία της μη-απόκρισης είναι: η σύγκριση των χαρακτηριστικών διαφορετικών τύπων ερωτώμενων, οι επαναληπτικές επισκέψεις ως πρακτική αύξησης της απόκρισης και οι δείκτες απόκρισης. Όμως, η μελέτη της μη-απόκρισης προϋποθέτει τη συλλογή σχετικών δεδομένων κάτι που λίγες έρευνες πραγματοποιούν με μια από αυτές να είναι η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα (European Social Survey, εφεξής ESS).

Προκειμένου να αποτιμηθεί η σημασία του ζητήματος της μη-απόκρισης στα δεδομένα δειγματοληπτικών ερευνών μεγάλης-κλίμακας, η πρωτοτυπία της παρούσας διατριβής έγκειται στο ότι διερευνάται, για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία, η ύπαρξη (ή μη) διαφορών στο δημογραφικό «προφίλ» αποκρινόμενων, αρνούμενων και απρόθυμων αποκρινόμενων. Επιπλέον, μελετάται και το κοινωνικοπολιτικό «προφίλ» των αποκρινόμενων και απρόθυμων αποκρινόμενων. Αποτιμάται η μέθοδος των επαναληπτικών επισκέψεων, προτείνεται ένας δείκτης μέτρησης της μεταστροφής της άρνησης (Converted Refusals Rate, εφεξής CRR) και διερευνάται η συμβολή των επαναληπτικών επισκέψεων στον εν λόγω δείκτη. Τέλος, ο δείκτης απόκρισης που εφαρμόζεται από την ESS αξιολογείται βάσει των ορισμών του Kish. Η ανάλυση βασίστηκε στα δεδομένα των οκτώ πρώτων γύρων (2002-2016) διεξαγωγής της ESS για τις εξής 11 χώρες: Βέλγιο, Γερμανία, Ελβετία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Νορβηγία, Ολλανδία, Πολωνία, Σλοβενία, Σουηδία, Φινλανδία.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, διαπιστώθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές για το φύλο και την ηλικία μεταξύ αποκρινόμενων, αρνούμενων και απρόθυμων αποκρινόμενων σε όλες τις χώρες για τουλάχιστον έναν γύρο. Οι απρόθυμοι αποκρινόμενοι διαφέρουν στατιστικά σημαντικά από τους αποκρινόμενους και είναι κυρίως γυναίκες, μεγαλύτερης κατά μέσο όρο ηλικίας, με λιγότερα συμπληρωμένα έτη τυπικής εκπαίδευσης, υψηλότερο αίσθημα θρησκευτικής πίστης, μικρότερο μέσο οικογενειακό εισόδημα, διαφορετικού βαθμού αστικότητας της μόνιμης κατοικίας τους, με μικρότερη κοινωνική και πολιτική εμπιστοσύνη, λιγότερο ενδιαφέρον για την πολιτική, οι οποίες δεν προσφέρουν στον ίδιο βαθμό ενεργή εθελοντική εργασία αλλά απέχουν σε μικρότερο ποσοστό από την άσκηση των εκλογικών τους δικαιωμάτων. Όσον αφορά τον αριθμό των επαναληπτικών επισκέψεων, οι περισσότερες χώρες υιοθετούν τις 4 ή 5 ως ελάχιστο αριθμό επισκέψεων. Οι τιμές του δείκτη CRR κυμαίνονται από 8,72% έως 25,73% ενώ η συμβολή των επαναληπτικών επισκέψεων στους αρνούμενους μετά τις δύο επαναληπτικές επισκέψεις δεν ξεπερνά στην πλειονότητα των χωρών το 1%. Τέλος, η σύγκριση του επίσημου δείκτη απόκρισης της ESS με τον κατασκευασμένο δείκτη σύμφωνα με τον Kish ανέδειξε την ύπαρξη στατιστικά σημαντικών διαφορών για το σύνολο των 11 χωρών με τις Γερμανία, Ισπανία, Πολωνία, Σλοβενία να έχουν συστηματικά τις μεγαλύτερες αποκλίσεις (1,01- 7,91%).

Παρά τις όποιες προσπάθειες γίνονται για την αντιμετώπιση του ζητήματος της μη-απόκρισης από την ESS που αποτελεί παράδειγμα αξιόπιστης δειγματοληπτικής έρευνας μεγάλης κλίμακας με αυστηρά πρωτόκολλα συγκρισιμότητας, στα δεδομένα της διαπιστώνονται ενδείξεις για την ύπαρξη μεροληψίας. Γεγονός που υποδεικνύει πως το πρόβλημα της μη-απόκρισης θα συνεχίσει να απασχολεί τη διεθνή βιβλιογραφία.

Αυτή η μεθοδολογική μελέτη ευελπιστεί να συμβάλει στο διαρκώς αναπτυσσόμενο πεδίο των δειγματοληπτικών ερευνών μεγάλης-κλίμακας συζητώντας ζητήματα περαιτέρω διασφάλισης της ποιότητας συλλογής διεθνών συγκρίσιμων δεδομένων. Τα αποτελέσματά της μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμα στην επιστημονική κοινότητα καθώς επιβεβαιώνουν τη σημασία του προβλήματος της μη-απόκρισης στην σύγχρονη κοινωνική έρευνα και των πρακτικών που υιοθετούνται στο πεδίο να την αντιμετωπίσουν επαρκώς. Ενώ επιπλέον το νέο επιστημονικό εργαλείο που προτείνεται μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από άλλους επιστήμονες σε οποιαδήποτε δειγματοληπτική έρευνα που καταγράφει τις αρνήσεις της.

Mέλη τριμελούς επιτροπής

Καθ. Clive Richardson 

Ημερομηνία εξέτασης
Απρίλιος 2021